Δοκιμάζοντας τα όρια της αρχιτεκτονικής. Ο Bernard Tshumi και ο Jacques Derrida στο πάρκο της Villette στο Παρίσι

Published on 29 December 2025 at 22:08

1η εικόνα: Η κρεαταγορά και τα σφαγεία του Παρισιού από το 1867

του Κωνσταντίνου Β. Πρώιμου

 

Το 1982 ο Bernard Tschumi κέρδισε τον διεθνή διαγωνισμό για την σχεδίαση ενός πάρκου στην περιοχή που από το 1867 φιλοξενούσε την κρεαταγορά και τα σφαγεία του Παρισιού. Ο διαγωνισμός προκηρύχθηκε  αρχικά το 1976 και ο Tshumi έλαβε μέρος αλλά κηρύχθηκε άγονος (. Στον δεύτερο διαγωνισμό ο Tschumi μαζί με τον Rem Koolhaas και το γραφείο του ΟΜΑ ήταν στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων προς επιλογή. Ενώ όλα έδειχναν ότι ο Koolhaas με το ΟΜΑ θα κέρδιζαν την ανάθεση, η κριτική επιτροπή άλλαξε γνώμη τελευταία στιγμή και έδωσε το πρώτο βραβείο στον Bernard Tshumi. Η περιοχή στο βορρά του Παρισιού στην οποία χτίστηκε το πάρκο της Villette καλύπτει μια έκταση 55,5 εκταρίων. 

2η εικόνα: Bernard Tschumi

Η περιοχή στο βορρά του Παρισιού στην οποία χτίστηκε το πάρκο της Villette καλύπτει μια έκταση 55,5 εκταρίων. Το πάρκο της Villette είναι το τρίτο μεγαλύτερο πάρκο του Παρισιού, σε μια εργατική περιοχή η οποία μάλιστα έχει και πολλούς μετανάστες και ολοκληρώθηκε το 1988, έχοντας στο μεταξύ υπερβεί τον προϋπολογισμό του έξι φορές.[1]

 

 

3η εικόνα: το σχέδιο του πάρκου της Villette

Το πάρκο της Villette είναι ενδεικτικό μιας σειράς από επίσημες κρατικές παρεμβάσεις, χαρακτηριστικές της εποχής στην οποία κυριαρχούσε στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας ο Francois Mitterand. O Mitterand περιέλαβε το πάρκο της Villette στη φαρέτρα των μεγάλων εγχειρημάτων του που είχαν σκοπό να ενισχύσουν την οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη σε στρατηγικές περιοχές του Παρισιού και ταυτόχρονα να προωθήσουν μνημειακά έργα τα οποία θα κέρδιζαν διεθνή αναγνώριση. Ο Tschumi παρουσίασε ένα σχέδιο το οποίο απαρτιζόταν από τρία επίπεδα το καθένα από τα οποία διεπόταν από μια αυστηρή προγραμματική και ανεξάρτητη λογική.

4η εικόνα: Ο πρόεδρος Francois Mitterand, 1983

5η εικόνα: Το σχέδιο του Tschumi 

Τα τρία επίπεδα αλληλοεπικαλύπτονταν. Το επίπεδο των σημείων περιελάμβανε 35 μεγάλα, κόκκινα περίπτερα (folies), τα 26 από τα οποία κατασκευάστηκαν και τοποθετήθηκαν τελικά, το επίπεδο των γραμμών περιελάμβανε τις λεωφόρους, τις διαδρομές και τους προσανατολισμούς του πάρκου και το επίπεδο των επιφανειών περιελάμβανε τη φύτευση και την πεζοδρόμηση. Τα περίπτερα, folies, ήταν κτίσματα ή δομές που φαίνεται να σχεδιάστηκαν μόνο με αισθητικούς γνώμονες και με σκοπό να τοποθετηθούν στους κήπους και να εμπλουτίσουν το περιβάλλον τους. Πράγματι, στην περίπτωση του πάρκου της Villette είναι «δύσκολο να αποφύγεις τον πειρασμό να καταλάβεις τα περίπτερα ως μια σειρά από μεγάλης κλίμακας κατοικήσιμα γλυπτά» όπως ανέφερε ο Peter Blundell Jones.[2]

Στον ιστότοπο του γραφείου αρχιτεκτονικής του Bernard Tschumi, το πάρκο της Villette περιγράφεται ως ένα πειραματικό πάρκο που βασίζεται πιο πολύ στον πολιτισμό παρά στη φύση.[3] Αυτό σημαίνει ότι σε αντίθεση με τα πάρκα που ξεκίνησαν τον 19ο αιώνα κατά τη Βιομηχανική Επανάσταση, για να προσφέρουν καταφύγιο από τη φασαρία των πόλεων, το πάρκο της Villette, προσομοιώνει το περιβάλλον της πόλης μέσω των περιπτέρων, με στόχο να προάγει τον στοχασμό πάνω στην αρχιτεκτονική και χωρική διευθέτηση των ζωών μας. Σε ένα βαθμό, το πάρκο της Villette θυμίζει τον κήπο του ανάκτορου των Βερσαλλιών στον οποίο ο πολιτισμός και η τέχνη κυριαρχούν πάνω στη φύση, σε μια κλίμακα που δεν έχει ποτέ ξανά παρουσιαστεί.

6η εικόνα: Το ανάκτορο των Βερσαλιών από ψηλά

Το πάρκο της Villette δε διαθέτει την τεχνητή και γραφική ανεπισημότητα των κήπων Stourhead (1741-1780) στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά ούτε είναι αυστηρό και επίσημο, όπως οι Βερσαλλίες, όπως αναφέρει ο Jones.[4] Οι τρεις διατάξεις των σημείων, των γραμμών και των επιφανειών που αλληλοεπικαλύπτονται, διαχωρίζονται μεταξύ τους, συγκρούονται και διαντιδρούν βίαια η μία με την άλλη, χωρίς να προσανατολίζουν σε διευθέτηση μεταξύ τους και χωρίς να φτάνουν σε κάποια τακτική ή συνθετική κορύφωση. «Δε με ενδιαφέρει η μορφή αλλά ούτε και το νόημα. Με ενδιαφέρει η δομή και η σύνταξη χωρίς όμως νόημα»[5] αναφέρει ο Tschumi ο οποίος σχεδίασε το πάρκο μαζί με τον Peter Eisenman και τον Jacques Derrida, εφαρμόζοντας τις ιδέες του τελευταίου για την αποδόμηση.

7η εικόνα: Peter Eisenman

 8η εικόνα: Jacques Derrida

9η εικόνα: Ο κήπος που σχεδίασε ο Peter Eisenman μαζί με τον Jacques Derrida και τελικά δεν πραγμτοποιήθηκε.

Η απουσία τελικού νοήματος και η αρχή της αβεβαιότητας

Ο Jacques Derrida έγραψε το κείμενο «Point de Folie-Maintenant l’architecture » αναφερόμενος ρητά στη συνεργασία του με τον Bernard Tschumi στο πάρκο της Villette.[6] Η γραπτή αυτή συμβολή του συνίσταται σε μια σειρά από αποσπασματικές επισημάνσεις, οργανωμένες σε μια διάταξη σημείων που προσομοιώνει τη σχεδιαστική λογική των περιπτέρων του Tschumi. Το θέμα του νοήματος είναι επίσης κεντρικό στον Derrida. Συμφωνεί με τον Tschumi ότι δε νοείται πρόσβαση σε τελικό νόημα του πάρκου, με γνώμονα τις δεδομένες αρχιτεκτονικές συμβάσεις.[7] Δεν υπάρχει ένα μοναδικό και κυρίαρχο νόημα, δεν υφίσταται συναινετική ερμηνεία του πάρκου, δεν υπάρχει λειτουργία, ούτε μορφή, ούτε ύφος, ούτε τάξη, ούτε σύνθεση, ούτε ρυθμός (12η εικόνα).

10η & 11η  εικόνα: Όψεις του πάρκου της Villette

Παρά το γεγονός ότι τα περίπτερα έχουν μια ισχυρή μορφοπλαστική παρουσία, είναι κενά νοήματος. Η μορφή τους ανακαλεί τα πειράματα του κονστρουκτιβιστή Yakov Chernikov κατά τη δεκαετία του 1920 αλλά και νεοπλαστικιστικά εγχειρήματα (βλ. 13η εικόνα).[8] Το πάρκο έχει έναν ψυχαγωγικό χαρακτήρα αλλά τα περίπτερα δεν εξυπηρετούν κανένα στόχο, παρά το γεγονός ότι φαίνονται ως μέσα για ένα σκοπό ο οποίος ωστόσο παραμένει άγνωστος και, παρά το γεγονός ότι φαίνεται να προετοιμάζουν την έλευση ενός συμβάντος του οποίου ωστόσο το αποτέλεσμα είναι επίσης άγνωστο. Τα περίπτερα, εν ολίγοις, είναι δομές κενές νοήματος παρά το γεγονός ότι έχουν τη δυνατότητα να εξερευνήσουν το νόημα και την εφαρμογή του. Αυτός είναι ο λόγος που οι ονομασίες τους, folies, θεσπίζουν ένα χώρο εκτός του ορθού λόγου, τον χώρο της τρέλας, κάτι που ο Derrida εκμεταλλεύεται για να μνημονεύσει την περίφημη διάκριση του Descartes μεταξύ λόγου και αυτού που βρίσκεται εκτός του, στο έργο του τελευταίου Λόγος περί μεθόδου.[9]  

12η εικόνα: Yakov Chernikhov, Red Nail Factory, Αγία Πετρούπολη, Ρωσία, 1920

13η εικόνα: Όψη ενός από τα Folies στο πάρκο της Villette

Μέσω των περιπτέρων, το νόημα εκτίθεται σε ό,τι είναι έξω από αυτό, στην τρέλα και στο maintenant, το τώρα, τον παροντικό χρόνο, τη στιγμή της κορύφωσης που βάζει σε λειτουργία μια αποκάλυψη η οποία διακυβεύει όλα όσα αφορούν στην αρχιτεκτονική, στη σημασιολογία της, στις συμβάσεις της, στις μορφές και στις χρήσεις της, ουσιαστικά όλες εκείνες τις σημαντικές έννοιες που εκλαμβάνονται ως φυσικές και δεδομένες κατά την αρχιτεκτονική πράξη.[10] Σύμφωνα με τον ίδιο τον Derrida:

Τα περίπτερα αποσταθεροποιούν το νόημα, καθώς αμφισβητούν, εκτοπίζουν, αποσταθεροποιούν ή αποδομούν το οικοδόμημα αυτής της διαμόρφωσης. Οδηγούν πίσω στο βαθμό μηδέν της αρχιτεκτονικής γραφής, χωρίς αισθητική τελεολογία, αύρα, βασικές αρχές, ιεραρχικούς κανόνες ή συμβολική σημασία, με λίγα λόγια, με μια αφήγηση που απαρτίζεται από αφηρημένους, ουδέτερους, απάνθρωπους, άχρηστους, μη κατοικήσιμους και ανόητους όγκους. Αυτοί οι όγκοι συντηρούν, ανανεώνουν και επανεγγράφουν την αρχιτεκτονική. Επαναφέρουν μια ενέργεια που ήταν εντελώς απενεργοποιημένη, φυλακισμένη και θαμμένη (16η εικόνα)[11]

14η εικόνα: Όψη του πάρκου της Villette

Οι αρχιτεκτονικοί κανόνες λαμβάνονται υπόψη αλλά επανεισάγονται σε ένα μέρος το οποίο δεν ελέγχουν πλέον.[12] Η σημασιολογική και λειτουργική αβεβαιότητα των περιπτέρων θα τύχει χειρισμού από τον χρήστη του πάρκου ο οποίος θα τα χρησιμοποιήσει στη δουλειά ή στον ελεύθερό του χρόνο, για διασκέδαση ή για ανάπαυση. Πρόκειται για μια αρχιτεκτονική η οποία ρητά απευθύνεται στον άλλο και προσφεύγει στον άλλο για να την επινοήσει και να την πληρώσει με νόημα.

15η εικόνα: Όψη του πάρκου της Villette

16η εικόνα: κάτοψη του πάρκου της Villette

Αυτή η προσφυγή στον άλλο βέβαια δεν είναι άμοιρη προβλημάτων. Διότι ο άλλος μπορεί να είναι στην πραγματικότητα οποιοσδήποτε, «κάποιος που δεν είναι υποκείμενο, δεν έχει συνείδηση, δεν είναι άνθρωπος, μπορεί να είναι οποιοσδήποτε έρχεται και απαντά στην υπόσχεση.»[13] Ο άλλος μπορεί να απαντήσει στην υπόσχεση των περιπτέρων με δημιουργικό ή με καταστροφικό τρόπο, με θετική ή απειλητική διάθεση, με τρόπο γενικά που δεν μπορεί να προβλεφθεί ασφαλώς και του οποίου οι εγγενείς κίνδυνοι δεν πρέπει να υποτιμηθούν. Η έλευση του άλλου που είναι εγγενώς άγνωστος, πάντα μας θέτει σε μια κατάσταση εγρήγορσης.

 

 

Υπερασπίζοντας την αρχιτεκτονική ενάντια στον ιστορικισμό

Ο τίτλος του κειμένου που ο Derrida αφήνει στα γαλλικά, «Point de folie-maintenant l’architecture » είναι στην πραγματικότητα αμετάφραστος στα αγγλικά, εφόσον φυσικά κανείς επιθυμεί να διατηρήσει τη διπλή έννοια του maintenant την οποία ο Derrida εκμεταλλεύεται. Maintenant στα γαλλικά σημαίνει τώρα και κραδαίνει το λάβαρο του παρόντος, αυτό το θέμα που φαίνεται να ταλανίζει τους αρχιτέκτονες από την εποχή του μοντέρνου, στις αρχές του εικοστού αιώνα. Συγκεκριμένα συχνά στην αρχιτεκτονική τίθεται το ερώτημα: «Τι τρέχει στις μέρες μας στην αρχιτεκτονική; Πώς μπορούμε να σκεφτούμε την τρέχουσα κατάσταση της αρχιτεκτονικής; Τι νέο υπάρχει στην αρχιτεκτονική;»[14] Το μοντέρνο κατέστησε τον παρόντα χρόνο ηρωικό και δρομολόγησε τη λατρεία του καινούργιου, του τώρα και του σύγχρονου, αυτού δηλαδή που είναι στη μόδα, επειδή καθορίζει μια εποχή ή επειδή όλοι μιλούν γι’ αυτό, όντας στο κέντρο της προσοχής. Από την ανάγκη αυτή για το νέο, προκύπτει η επιθυμία να «θεσπίσουμε μια γραμμική συνέχεια, μια περιοδολόγηση, να διαχωρίσουμε το πριν από το μετά και να περιορίσουμε τους κινδύνους της αναστροφής της τάξης πραγμάτων, ή της επανάληψής τους, της μεταμόρφωσης ή μετάλλαξής τους. Πρόκειται για μια ιδεολογία της προόδου.»[15]  Αυτή η αποκαλυπτική ανακοίνωση της «αρχιτεκτονικής τώρα», του παρόντος στην αρχιτεκτονική, είναι ενδεχομένως μια ειρωνική χειρονομία από πλευράς του Derrida που υπόσχεται να αποκαλύψει το νέο στην αρχιτεκτονική, χωρίς στην πραγματικότητα να το κάνει. Αυτό που αντίθετα κάνει είναι να αποδομήσει την ιστορικιστική παρόρμηση να εναγκαλιστούμε το νέο και το νεωτερισμό, τον ηρωικό παρόντα χρόνο, καταπιέζοντας το γεγονός ότι η ιστορία δεν προχωρά με γραμμικό τρόπο αλλά πάντα περιλαμβάνει επαναλήψεις, αναστροφές, μεταμορφώσεις και μεταλλάξεις. 

Ωστόσο, maintenant είναι επίσης η μετοχή ενεστώτα του ρήματος maintenir που σημαίνει υπερασπίζομαι, διατηρώ, υποστηρίζω, συντηρώ, διασφαλίζω. Αν ερμηνεύσουμε το « maintenant l’architecture » από αυτή τη σκοπιά, της μετοχής ενεστώτα του maintenir, τότε η φράση του τίτλου του Derrida σημαίνει «υπερασπίζοντας, διατηρώντας, υποστηρίζοντας, συντηρώντας, διασφαλίζοντας την αρχιτεκτονική» μια φράση που λειτουργεί ομολογουμένως καλύτερα στη γαλλική από ό,τι σε άλλες γλώσσες όπως η ελληνική ή η αγγλική.[16] Αυτός είναι μάλλον ο λόγος για τον οποίο ο Derrida αφήνει τον τίτλο στα γαλλικά, αμετάφραστο, ακόμα και στην αγγλική εκδοχή του κειμένου του και παρά το γεγονός ότι η αρχική ανάθεση του κειμένου του ήταν στα αγγλικά. Η ιδέα ότι η φιλοσοφία υπερασπίζει, διατηρεί, υποστηρίζει, συντηρεί, διασφαλίζει την αρχιτεκτονική ανταποκρίνεται στο αρχικό εγχείρημα του Bernard Tschumi να σχεδιάσει, εκκινώντας από τις ιδέες του Jacques Derrida, εγκαινιάζοντας έτσι επίσημα ένα διάλογο μεταξύ φιλοσοφίας και αρχιτεκτονικής που μπορεί να αποβεί αμοιβαία ωφέλιμος. Νομίζω ότι η συνεργασία μεταξύ Tschumi και Derrida δεν είναι μονοδιάστατη, δε σημαίνει δηλαδή ότι η φιλοσοφία αρθρώνει σε λέξεις και γλωσσικά νοήματα ό,τι κάνει η αρχιτεκτονική στη δική της γλώσσα. Ισχύει και το αντίθετο: η αρχιτεκτονική δοκιμάζει ένα δρόμο στη δική της γλώσσα που είναι κατά βάση φιλοσοφικός, που αποκαλύπτει θέματα τα οποία χειρίζεται και επεξεργάζεται η φιλοσοφία, μέσω των κατάλληλων εννοιών.[17] 

Η αρχιτεκτονική στην περίπτωση του πάρκου της Villette εννοείται ως μια μορφή γραφής, καθορισμένης από συγκεκριμένες συμβάσεις, πολλές από τις οποίες βρίσκονται σε κατάσταση μετεωρισμού στο πάρκο. Από αυτή την τελευταία σκοπιά, η αρχιτεκτονική εξωθείται στα όριά της· ούτε όμως στο αναρχικό χάος, ούτε σε μια ολότελα νέα τάξη πραγμάτων αλλά σε έναν τόπο που διευθετείται με γνώμονα τη χαρά και τη διασκέδαση και μια ελεύθερη λειτουργικότητα για κάθε περίπτερο η οποία τελικά καθορίζεται τελεσίδικα από τους χρήστες των περιπτέρων.[18] Πρόκειται για την «άλλη αρχιτεκτονική ή την αρχιτεκτονική του άλλου» με την έννοια ότι δεν καθορίζεται από τον ορθό λόγο και μόνο.[19] Αφήνοντας τόσα στοιχεία αναποφάσιστα, το πάρκο της Villette, επιτρέπει μια σχέση και με το άλλο του ορθού λόγου, τη folie, την τρέλα, την παραφροσύνη, για να θυμηθούμε ξανά τον Descartes. Όντας ανοικτό, ακαθόριστο και πειραματικό, το πάρκο προσδοκά την έλευση μιας νέας, τολμώ να πω, αρχιτεκτονικής την οποία εγκαλεί, στην οποία παρέχει μια ευκαιρία και παραδέχεται και τον κίνδυνο που αυτή μπορεί να συνεπάγεται.[20] Το πάρκο της Villette είναι ενδεικτικό μιας μη ιστορικιστικής αρχιτεκτονικής που δεν εναγκαλίζεται το νεωτερισμό και την πρόοδο, δεν τοποθετεί τον εαυτό της στην εμπροσθοφυλακή μιας γραμμικής διαδοχής εξελίξεων και αναγνωρίζει εγγενώς την πολυπλοκότητα, την αστάθεια και τις αντιφάσεις όλων εκείνων των δομών, των συμβάσεων και των κανόνων που θεωρούνται φυσικοί, οριστικοί και σταθεροί. Πρόκειται για μια αρχιτεκτονική που έχει συνείδηση της αναστροφής, της επανάληψης, της μεταμόρφωσης και της μετάλλαξης της ιστορίας και γι' αυτόν ακριβώς το λόγο είναι ανοικτή στη διερεύνηση της σχέσης της με τον κονστρουκτιβισμό και το baroque.

 

Η αποδόμηση ως αδιάκοπη, καταφατική και παραγωγική αρχιτεκτονική  πρακτική

Όπως αναφέρει ο Derrida, η αποδομητική αρχιτεκτονική «αποσταθεροποιεί τη δομική αρχή της αρχιτεκτονικής, το σύστημα, την τεκτονική, τη δομή, το θεμέλιο, τη δόμηση κλπ»[21]. Η αποδόμηση αίρει τις βεβαιότητες και τα θεμέλια, ισχυρίζονται οι σχολιαστές της, προς επίρρωση όσων λέει ο Derrida.[22] Στο πάρκο της Villette, η αποδομητική πρακτική των Tschumi και Derrida αμφισβητεί μεταξύ άλλων και την αναπαράσταση στην αρχιτεκτονική.[23] Επιπλέον, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Andre Patrao, το ρητό ενδιαφέρον του Derrida για τη χώρα, μια προβληματική ιδέα στον Τίμαιο του Πλάτωνα η οποία υποτίθεται ότι αναπαριστά την καταγωγή όλων των πραγμάτων που γεννούνται και πεθαίνουν, κάνει την αποδόμηση μια δύσκολη πρακτική για να την εννοήσει κανείς και πολύ εύκολη για να την απορρίψει, στις περιπτώσεις που γίνεται επίκλησή της ή εφαρμογή της.[24] Σε κάθε περίπτωση σταθερά απορρίπτεται τόσο από τον Derrida όσο και από τον Tschumi η προσπάθεια για ένα συνολικό και συγκροτημένο τελικό νόημα και μια συναινετική ερμηνεία του πάρκου της Villette. Ως εκ τούτου, η ήδη «αποδομημένη δομή»[25] του πάρκου είναι φυσικό να προκάλεσε πολλές ενστάσεις και κριτικές.  

Η εναντιωματική, αρνητική και υπερβατική πλευρά του πάρκου της Villette δημιούργησε πολύ ένταση και πολυπλοκότητα στο πάρκο, εις βάρος του λειτουργισμού, της εννοιολογικής σαφήνειας, της ικανότητας προσανατολισμού και άλλων πρακτικών μελημάτων. Στην πραγματικότητα όμως, αντιτάσσει ο Derrida, η αποδόμηση είναι μια καταφατική δύναμη στην αρχιτεκτονική καθώς συνδέει και συσχετίζει πολιτικές δομές, οικονομικούς θεσμούς, κρατικές λειτουργίες, αιτήματα της κοινωνίας των πολιτών, γραφειοκρατικές ανησυχίες, πολιτιστικές συνιστώσες και εκπαιδευτικά ιδρύματα.[26] Επιπλέον, στη δουλειά του Tschumi έχει ασκηθεί κριτική από τον Jones που τη θεωρεί ως σιωπηλά μοντερνιστική και πολύ λιγότερο εικονοκλαστική από ό,τι φαίνεται με μια πρώτη ματιά, καθώς ο κάναβος με τα σημεία, συνιστά μια χειρονομία ουσίας, «έμπλεη καθησυχαστικής βεβαιότητας».[27] Η προηγούμενη εργασία του Tschumi στους Josie, Kandilis και Woods του έχει κληροδοτήσει μια ευνοϊκή αντιμετώπιση του κανάβου και ως εκ τούτου το σχέδιό του για το πάρκο της Villette  δεν είναι ήσυχο και εξυπηρετικό αλλά πλήρες έντασης και περιπλοκότητας, εξηγεί περαιτέρω ο Jones. Μπορεί πράγματι η ένταση και η περιπλοκότητα να χαρακτηρίζουν το πάρκο της Villette αλλά πώς θα μπορούσε άραγε να είναι αλλιώς, με δεδομένο το πρόγραμμα, την ατζέντα και τη στοχοθεσία στη συνεργασία μεταξύ Tschumi και Derrida; Η διανοητική προσέγγιση που έχει τόσο ο αρχιτέκτονας όσο και ο φιλόσοφος μπορεί μεν να καθιστούν δυσχερείς ένα αριθμό από χρήσεις και να αποξενώνουν τους επισκέπτες, αλλά φαίνεται να είναι αυτό το τίμημα για ένα εγχείρημα με τόσο υψηλές εννοιολογικές φιλοδοξίες (22η εικόνα: επεξεργασία της δομής των περιπτέρων, folies, από τον Tschumi).    

17η εικόνα: Στοιχεία από τα οποία απαρτίζονται τα follies.

Το σχέδιο του Francois Mitterand να αναζωογονήσει μια ξεχασμένη και παραμελημένη γειτονιά του Παρισιού, πέτυχε, παρά τις αμφιβολίες που αφορούν στη σκοπιμότητα του αστικού εξευγενισμού που υπέστη η γειτονιά και στην κριτική που θεωρεί ότι το πάρκο δεν εξυπηρετεί τη δημογραφία της περιοχής για την οποία δημιουργήθηκε. Η τελευταία αυτή κριτική είναι πράγματι εύστοχη αλλά από την άλλη πλευρά, το πάρκο ξεπερνά τους περιορισμούς και τις ανάγκες της κοινότητας στο πλαίσιο της οποίας φτιάχτηκε, επειδή είναι ένα μνημείο για όλη την πόλη του Παρισιού αλλά και ευρύτερα για την κοινότητα όλων όσων ενδιαφέρονται για την αρχιτεκτονική και τη φιλοσοφία. Φυσικά, οι περίπλοκες κατασκευές και τα ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά στοιχεία του απαιτούν μεγάλη φροντίδα και επιμελή συντήρηση που μάλλον δεν ευθυγραμμίζονται με τις τρέχουσες περιβαλλοντικές ευαισθησίες και το επείγον, στις μέρες μας, μέλημα για βιωσιμότητα. Ωστόσο η επιρροή του πάρκου της Villette είναι πράγματι πολύ μεγάλη, υπερβαίνει κατά πολύ τα όρια της κοινότητας εντός της οποίας φτιάχτηκε και μόνο ο αριθμός των δημοσιεύσεων που αφορούν στο εγχείρημα αυτό, αρκεί για να πείσει οποιονδήποτε για τη διαρκή αξία και σημασία του.[28] H τολμηρή υπέρβαση του παραδοσιακού σχεδιασμού πάρκων από το πάρκο της Villette, συνιστά μια αρχιτεκτονική παρακαταθήκη που συνεχίζει, ακόμα και σήμερα, να τροφοδοτεί τις συζητήσεις για το σχεδιασμό του δημοσίου χώρου. 

 

Επίλογος

Η αποδόμηση «αναλύει και αμφισβητεί εννοιολογικά ζεύγη τα οποία γίνονται αποδεκτά ως προφανή και φυσικά» ισχυρίζεται ο Derrida, «έως εάν δεν είχαν θεσμοποιηθεί κάποια στιγμή, έως εάν δεν είχαν ιστορία. Ακριβώς επειδή [αυτά τα εννοιολογικά ζεύγη] εκλαμβάνονται ως δεδομένα περιστέλλουν τη σκέψη».[29] Ένα από τα πιο σημαντικά αυτά εννοιολογικά ζεύγη το οποίο είναι στο στόχαστρο της αποδόμησης είναι το ζεύγος θεωρία-πράξη και η υποτιθέμενη αντίθεσή τους.[30] Ο Derrida αρνείται να αποδεχθεί το διαχωρισμό αυτόν καθώς για εκείνον η αρχιτεκτονική είναι επίσης ένας τρόπος σκέψης και όχι μια απλή τεχνική που μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς πρόβλημα παντού.[31] Παρά το γεγονός ότι πολλοί πλέον αποδέχονται την ενότητα και το αδιαχώριστο μεταξύ θεωρίας και πράξης, πρέπει ακόμα να γίνουν πολλά ώστε το μάθημα αυτό της αποδόμησης να γίνει πραγματικότητα στις καθημερινές αρχιτεκτονικές δοσοληψίες.

Το πάρκο της Villette είναι το κατεξοχήν παράδειγμα της ενότητας μεταξύ θεωρίας και πράξης στην αρχιτεκτονική. Το πάρκο επίσης συνιστά μια απόπειρα να καταστούν ρητοί, από τη μία πλευρά και να αμφισβητηθούν, από την άλλη, οι οποιοιδήποτε κανόνες ρυθμίζουν το σχεδιασμό του δημόσιου χώρου. Οι κανόνες αυτοί δεν παραμερίζονται, ούτε αγνοούνται αλλά γίνονται κατανοητοί και συνειδητοί ως τέτοιοι, ως εφαλτήρια και όρια της αρχιτεκτονικής πρακτικής και εμπειρίας και όχι ως θέσφατα. Διότι η αρχιτεκτονική ως η εμπειρία της κατοίκησης την οποία η κοινωνία εκτιμά και στην οποία δίνει μεγάλη αξία, είναι μια επιστήμη και τέχνη με ηθική σπουδαιότητα και, γι αυτό το λόγο, πρέπει να είναι σε θέση να αναγνωρίζει την ποικιλία εφαλτηρίων και οπτικών που υπάρχουν αλλά και να είναι σε συνειδητή επαγρύπνηση όταν υιοθετεί ένα από αυτά, αντί για ένα άλλο, χωρίς να εκπίπτει σε δογματική ύπνωση. Η αρχιτεκτονική όπως η γραφή «είναι μια αδιάκοπα παραγωγική και σημασιοδοτική πρακτική που δεν εξαντλείται σε μια και μόνο τελική και προφανή αλήθεια» κι εκεί έγκειται η ηθική της σημασία και σπουδαιότητα.[32]      

 


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Samantha Hardingham και Kester Rattenbury, επιμ., Bernard Tshumi: Parc de la Villette, London, Routledge, 2012.

[2] Peter Blundell Jones, “Parc de la Villette in Paris, France, by Bernard Tschumi,” 7 Ιουνίου 2012, The Architectural Review, architectural-review.com/buildings/parc-de-la-villette-in-paris-France-by-bernard-tschumi, ανακτήθηκε 9/6/2024. Όλες οι μεταφράσεις από τα αγγλικά και τα γαλλικά προς τα ελληνικά είναι του γράφοντα εκτός κι αν σημειώνεται άλλος μεταφραστής.

[3] Y-Jean Mun-Delsalle, “Bernard Tschumi’s Architecture Is Not Just About Space and Form But Also The Events Happening Inside” www.tschumi.com, ανακτήθηκε στις 10/6/2024. 

[4] Jones, ο. π.

[5] Alyn Griffiths, parc de la Villette is the “largest deconstructed building in the world,” 5 Μαίου 2022, dezeen.com/2022/05/05/parc-de-la-villette-deconstructivism-bernard-tschumi, ανακτήθηκε 10/6/2024.

[6] Το συγκεκριμένο κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στα AA Files, νούμερο 12, Καλοκαίρι 1986, σελ. 65-75. Επανεκτυπώθηκε ως Jacques Derrida, “Point de folie-maintenant l’architecture” στο Neil Leach, επιμ., Rethinking Architecture. A Reader in Cultural Theory, London, Routledge, 1997, σελ. 324-336.

[7] Στο ίδιο, σελ. 325, part four.

[8] Jones, ο. π.

[9] Andrew Benjamin, “Derrida, Architecture and Philosophy,” https://is.muni.cz/el/1421/jaro2016/DU2794/um/63724465/Andrew Benjamin..Deconstruction

[10] Derrida, o. π., σελ. 325-326, parts five, six and seven.

[11] Στο ίδιο, σελ. 328, part nine.

[12] Στο ίδιο.

[13] Στο ίδιο, σελ. 335, part sixteen.

[14] Στο ίδιο, σελ. 324, part two.

[15] Στο ίδιο.

[16] https://wordreference.com/frgr/maintenir, ανακτήθηκε 6/1/2025.

[17] Mark Wigley, The Architecture of Deconstruction. Derrida’s Haunt, Cambridge Massachusetts, The MIT Press, 2002, σελ. XII.

[18] Derrida, ο. π. σελ. 328-330.

[19] Στο ίδιο, σελ. 336, part seventeen.

[20] Στο ίδιο.

[21] Derrida, ο. π. σελ. 332, part twelve.

[22] Richard Coyne, Derrida for architects, London, Routledge, 2011, σελ. 3, 4.

[23] Brendon Wocke, “Derrida at Villette: (An)aesthetic of Space,” University of Toronto Quarterly, vol. 83, no 3, Καλοκαίρι 2014, sel. 739-755, https://muse.jhu.edu/pub/50/article/563819/pdf, ανακτήθηκε 12/6/2024.

[24] Andre Patrao, “What architects do with philosophy,” Arena, Journal of Architectural Research, 2023, 8, (1), https://ajar.arena-architecture.eu/articles/10.55588/ajar.309, ανακτήθηκε 12/6/2024.

[25] Η φράση ανήκει στον Tschumi.

[26] Derrida, ο. π., σελ. 332, part twelve.

[27] Jones, ο. π.

[28] Παραθέτω εδώ ενδεικτικά μερικές μόνο από τις δημοσιεύσεις που αφορούν στο πάρκο της Villette: Elizabeth Grosz, “Folds, Bodies and Blobs: Gilles Deleuze and the Image of Thought” στο Space, Time and Perversion: Essays on the Politics of Bodies, London, Routledge, 1995, Christophe Girot, “Groundscapes: The Resurfacing of Urban Public Space” στο Landscape Urbanism: A Manual fοr the Machinic Landscape, London, AA Publications, 2004, Christine Boyer, “Reconfiguring Modernism: Architecture and Public Space in Bernard Tschumi’s Parc de la Villette” στο The City of Collective Memory: its Historical Imagery and Architectural Entertainments, Cambridge Massachusetts, The MIT Press, 1996, Jonathan Hill, “Le Parc de la Villette. A Theoretical Site for Urban Future” στο Actions of Architecture: Architects and Creative Users, London, Routledge, 2003.   

[29] Jacques Derrida, “Architecture Where the Desire May Live” στο Neal Leach, επιμ., Architecture. A Reader in Cultural Theory, London, Routledge, 1997, σελ. 320.

[30] Στο ίδιο, σελ. 319. Βλέπε επίσης Jacques Derrida, «Φιλοξενία, δικαιοσύνη και ευθύνη. Ένας διάλογος με τον Jacques Derrida» στο Γεράσιμος Κακολύρης, επιμ., Η πολιτική και ηθική σκέψη του Jacques Derrida, Αθήνα, Πλέθρον, 2015, σελ. 313.

[31] Κωνσταντίνος Β. Πρώιμος, «Σύστημα και σκέψη. Έννοιες της αρχιτεκτονικής κατά την αντιπαράθεση Peter Eisenman και Jacques Derrida», στο Ηλίας Κωνσταντόπουλος, επιμ., Η σημασία της φιλοσοφίας στην αρχιτεκτονική εκπαίδευση, πρακτικά συνεδρίου, Αθήνα, Ίδρυμα Παναγιώτη και Έφης Μιχελή, 2012, σελ. 329-342. 

[32] Christopher Norris, Derrida, Cambridge, Massachusetts, Harvard University Press, 1987, σελ. 228, 229.

Add comment

Comments

There are no comments yet.